Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2011

Νέα αρχαιολογικά ευρήματα στο Μικρολίμανο



Στη Ζέα διενεργούν έρευνες οι Δανοί αρχαιολόγοι από το 2002.
ΑΠΕ-ΜΠΕ
Το έργο της ενάλιας αρχαιολογίας είναι γεμάτο προκλήσεις και δυσκολίες. Πόσο μάλλον όταν η εξερεύνηση αφορά πολυσύχναστα λιμάνια, όπως ο Πειραιάς, μιας θαλάσσιας περιοχής που κατακλύζεται από κίνηση, αγκυροβολημένα πλοία και πολλή μόλυνση. Τι έχει λοιπόν να αντιμετωπίσει ένας ενάλιος αρχαιολόγος όταν ερευνά το παρελθόν των αρχαίων λιμένων της Ζέας και της Μουνιχίας - σημερινό Μικρολίμανο; Πετρελαιοκηλίδες, αστικά λύματα, τοξικές ουσίες από βαριά μέταλλα και βαφές πλοίων, λάσπη και αμέτρητα σκουπίδια, τα οποία μπορεί να αποδειχτούν επικίνδυνα εμπόδια σε περιπτώσεις χαμηλής ορατότητας.
Ωστόσο, παρά τις δυσκολίες αυτές, οι Δανοί αρχαιολόγοι που εξερευνούν την περιοχή από το 2002, τα πήγαν πολύ καλά και φέτος. Τους τρεις κύριους στόχους της για το 2011 εκπλήρωσε όπως φαίνεται  η ερευνητική ομάδα που συμμετέχει στο Zea Project, ένα πρόγραμμα το οποίο λειτουργεί υπό την αιγίδα του Δανικού Ινστιτούτου στην Αθήνα, τη διεύθυνση του δρ. Bjorn Loven από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Δανίας και την εποπτεία της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων και της ΚΣΤ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων.
Διεξάγοντας γεωφυσική έρευνα στις βυθισμένες παράκτιες περιοχές του Πειραιά, διερευνώντας τις βυθισμένες οχυρώσεις και ανασκάπτοντας νεωσοίκους στον λιμένα της Μουνιχίας, η ομάδα κατάφερε να τραβήξει χιλιάδες ψηφιακές φωτογραφίες από τα εκατοντάδες αρχιτεκτονικά στοιχεία που βρίσκονται μέσα και γύρω από την περιοχή του Πύργου M-T3, ο οποίος φρουρούσε τμήμα του νότιου οχυρωμένου μόλου. Τα υπολείμματα είναι βυθισμένα σε βάθος που κυμαίνεται από τρία εκατοστά έως και περισσότερο από τρία μέτρα, και γι΄ αυτό χρησιμοποιήθηκαν ειδικές υποβρύχιες αρχαιολογικές μέθοδοι.
Επίσης, στα βόρεια του πύργου και κάτω από τους τσιμεντόλιθους του σύγχρονου κυματοθραύστη, αποκαλύφθηκε ένα τμήμα του οχυρωμένου μώλου σε πολύ καλή κατάσταση, ενώ για πρώτη φορά μετρήθηκε το συνολικό πλάτος του νότιου οχυρωμένου μώλου.
Στην ίδια περιοχή, εξάλλου, καταγράφηκε ψηφιακά το βαθύτερο στοιχείο που έχει εντοπιστεί μέχρι στιγμής στον βυθό του Πειραιά και το οποίο κατασκευάστηκε στη στεριά, κάποια στιγμή στην αρχαιότητα, από ανθρώπινο χέρι. Περισσότερα γι΄ αυτό, καθώς και για τις πολύ σημαντικές βυθομετρήσεις οι οποίες θα βοηθήσουν σημαντικά στη μελέτη των αλλαγών που υπέστη η στάθμη της θάλασσας από την αρχαιότητα έως σήμερα, θα ανακοινωθούν στην Ετήσια Συνάντηση του Δανικού Ινστιτούτου της Αθήνας, που φέτος θα γίνει στις 20 Απριλίου 2012.
Με ανάλογο ενδιαφέρον αναμένονται τα νέα δεδομένα σχετικά με τους αρχαίους νεώσοικους, τα κτίρια που χρησιμοποιούνταν για τη φύλαξη και στάθμευση των πλοίων.Το 2010 οι αρχαιολόγοι του προγράμματος ανακάλυψαν τους νεώσοικους στη βόρεια πλευρά του λιμανιού της Μουνιχίας.
Το 2011 η έρευνα επικεντρώθηκε σε δύο από αυτούς. Κατά τις ανασκαφές εντοπίστηκαν κεραμικά και οργανικά ευρήματα, τα οποία μόλις καθαριστούν και συντηρηθούν θα δώσουν σημαντικές πληροφορίες για τις οικοδομικές φάσεις και την ηλικία των νεωσοίκων.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, 08/12/2011

Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011

Βάτικα - Κάστρο Αγίας Παρασκευής


       Το κάστρο της Αγίας Παρασκευής, στο ΔΔ Μεσοχωρίου είναι κτισμένο στην κορυφή βραχώδους υψώματος στον Κάμπο Βοιών, «στα μέρη των Βατίκων», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το χρονικό του Μορέως. Βρίσκεται πλησίον των χωρίων Μεσοχωρίου και Φαρακλού και απέχει από την Νεάπολη 1850μ. Το σημείο απόλυτα στρατηγικό ελέγχει το Λακωνικό κόλπο και την ευρύτερη χερσαία περιοχή.
       Το μνημείο έχει χαρακτηρισθεί ως αρχαιολογικός χώρος και προστατεύεται από τις διατάξεις του νόμου 3028/2002 «Για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς».
Πρόκειται για μικρό οχυρό στις γωνίες του οποίου αναπτύσσονται ορθογώνιοι διώροφοι πύργοι. Στο εσωτερικό τους οι πλευρικοί τοίχοι διαρθρώνονται σε τυφλά αψιδώματα που στηρίζονταν σε τετράγωνους πεσσούς. Ιδιαίτερα μορφολογικά γνωρίσματα αποτελούν οι ημικυκλικής διατομής πολεμίστρες, που μαρτυρούν τον αμυντικό χαρακτήρα του συγκροτήματος. Η πρόσβαση στο οχυρό σήμερα γίνεται από ανηφορικό ελικοειδές μονοπάτι στη βόρεια πλευρά του. Η τοιχοποιία στην οποία έχει γίνει χρήση ξυλοδεσιάς, αποτελείται από κατεργασμένους λίθους, από το πέτρωμα της περιοχής, με ισχυρό ασβεστοκονίαμα, στο οποίο παρεμβάλλεται μεγάλος αριθμός πλίνθων σε ακανόνιστη διάταξη.
      Η κατασκευή του σύμφωνα με την κεραμική και τα κατασκευαστικά – μορφολογικά του στοιχεία μπορεί να τοποθετηθεί στον 7ο – 9ο αι. ασφαλέστερα συμπεράσματα για τη χρονολόγηση του θα αναχθούν μετά τον καθαρισμό του χώρου και τη διενέργεια ανασκαφικών τομών. Οι πρώτες απεικονίσεις του κάστρου σε τυπωμένο χάρτη παρουσιάζονται το 1845 στο isolario του Bartolomeo με τα νησιά του Αρχιπελάγους μεταξύ των οποίων και η χερσόνησος του Μαλέα και τι 1552 – 1554 στο χειρόγραφο χάρτη του Piri Reis, Τούρκου ναυάρχου του Σουλτάνου Σουλεϊμάν Α’ και πρώτου γεωγράφου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.